Η καύση του Ιούδα.

Κάθε χώρα και κάθε τόπος έχει τα δικά του έθιμα. Οποιαδήποτε τοπική κοινωνία διατηρεί και τιμάει τα έθιμά της και με αυτή την παράδοσή της πορεύεται μέσα στην ιστορία. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, ως το σώμα του Χριστού, ως Ουράνια Πολιτεία και ως Κιβωτός Σωτηρίας, έρχεται συχνά σε επαφή με διάφορα έθιμα. Μπορούμε να διακρίνουμε τη στάση της Εκκλησίας απέναντι στα τοπικά έθιμα σε τρεις μεγάλες κατηγορίες.

Αποδοχή και εκκλησιοποίηση ενός εθίμου: Πρόκειται για έθιμα τα οποία όχι μόνο αποδέχεται η Εκκλησία, αλλά επιπλέον τους προσδίδει και εκκλησιαστικό νόημα. Τέτοια έθιμα είναι οι κλαδαριές (αναπαράσταση της φωτιάς που άναβαν οι βοσκοί τη νύχτα των Χριστουγέννων γα να ζεσταθούν), το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών (ανάμνηση του θαυμαστού χρωματισμού των αυγών σε κόκκινο χρώμα που επιτέλεσε η οσία Μαρία η Μαγδαληνή μπροστά στον αυτοκράτορα Τιβέριο Καίσαρα), τα κόλλυβα των μνημοσύνων (ανάμνηση της δια των κολλύβων σωτηρίας των χριστιανών του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος), τα χριστόψωμα, τα χριστοκούτσουρα κλπ.

Αποδοχή αλλά μη εκκλησιοποίηση ενός εθίμου: Πρόκειται για έθιμα που αποδέχεται η Εκκλησία αλλά δεν τους έχει προσδώσει εκκλησιαστικό νόημα. Παραδείγματα τέτοιων εθίμων είναι οι Μωμόγεροι, το «τάισμα» της βρύσης, οι Γουρουνοχαρές (σε αρτήσιμες ημέρες), τα «Κόλιντα Μπάμπω», τα Μπαμπαλιούρια, τα κλωνάρια στα τζάκια, το «πάντρεμα» της φωτιάς κλπ.

Αποστασιοποίηση, απαγόρευση εφαρμογής εντός εκκλησιαστικού χώρου και σαφέστατα μη εκκλησιοποίηση του εθίμου: τα Καρναβάλια, οι Γουρουνοχαρές (σε νηστίσιμες ημέρες), οι πυροβασίες, το κάψιμο του Ιούδα κλπ.

Το κάψιμο του Ιούδα αποτελεί την τιμωρητική και εκδικητική καταδίκη του Ιούδα στον δια της πυράς θάνατο. Διδάσκει το μίσος, την βαρβαρότητα, την μνησικακία και την δημόσια διαπόμπευση. Και ενώ οι προθέσεις όσων ετοιμάζουν το κάψιμο του Ιούδα μπορεί να είναι αγαθές και καλοπροαίρετες, το αποτέλεσμα είναι η διδασκαλία ενός ήθους που δεν χαρακτηρίζει το πρόσωπο του Χριστού. Διότι ενώ ο Ιούδας πλησίασε τον Χριστό για να τον προδώσει (και ο Χριστός ως Θεός που ήταν το γνώριζε πολύ καλά αυτό), εν τούτοις ο Χριστός προσφώνησε τον Ιούδα «ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει;», δηλαδή «φίλε, γιατί ήλθες;». Ο Χριστός αποκαλεί τον Ιούδα φίλο του και σε αντίθεση με το κάψιμο του Ιούδα, μας διδάσκει αμνησικακία, συγχωρητικότητα και πραότητα. Τη στιγμή που οι σταυρωτές και το παρευρισκόμενο πλήθος, κλήρος και λαός, χλεύαζαν και ειρωνεύονταν τον Χριστό, τη στιγμή που οι αφόρητοι πόνοι καταπονούσαν το σώμα του Χριστού στα όρια της ανθρωπίνης φύσεώς Του, ο ίδιος ο Χριστός παρακαλούσε τον Θεό Πατέρα να τους συγχωρέσει όλους διότι «οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», διότι δηλαδή εξαπατήθηκαν και δεν φταίνε! Εξάλλου η Εκκλησία ουδέποτε καταδικάζει τον αμαρτωλό άνθρωπο, αλλά μόνο την αμαρτία του ανθρώπου. Γι΄ αυτό και στην Ορθόδοξη Ανατολή, ουδέποτε υιοθετήθηκε η πρακτική του «καψίματος των μαγισσών», που ταλαιπώρησε τόσο βάναυσα τον Δυτικό κόσμο σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα!

Μέσα στη χαρά της Αναστάσεως, την φωτεινότερη και λαμπρότερη ημέρα του έτους, στο αποκορύφωμα του θριάμβου της Αγάπης έναντι του σκότους, μία ημέρα που οι χριστιανοί δεν καταλύουν ούτε λάδι και αναμένουν με λαχτάρα να κοινωνήσουν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας, την ημέρα που οι λαμπάδες των χριστιανών φέρουν το Άγιο Φως από τα Ιεροσόλυμα, την ημέρα που ακόμα και ο φυσικός κόσμος στέκεται σιωπηλός, θα ήταν εντελώς παράλογο, ανήθικο, τερατώδες και αδιανόητο, φωτιές εκδίκησης και μίσους (υπό την αιγίδα της εκκλησίας και με το πρόσχημα της εκκλησιαστικής παραδόσεως!) να καίνε τον Ιούδα και να στρέφουν την προσοχή των πιστών από την Ουράνια φωτοχυσία και τον Αναστημένο Χριστό, στο σκοτάδι της κακίας και τον προδότη Ιούδα!

Εάν κάποιοι επιμένουν να θέλουν να κάψουν τον Ιούδα και δεν τους αρκούν οι αιώνες φλόγες της κολάσεως που ασίγαστα κατακαίουν τον Ιούδα, ας τον κάψουν εκτός του εκκλησιαστικού χώρου. Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει εκδώσει σειρά Εγκυκλίων που απαγορεύουν εντός του χώρου της το κάψιμο του Ιούδα.

Ολοκληρώνοντας το κείμενο αυτό παραθέτουμε από τοπική ιστοσελίδα επίκαιρο απόσπασμα από έναν λόγο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Ακόμη κι’ αν θέλει ο Θεός να σου συγχωρήσει τις αμαρτίες, δεν Του το επιτρέπεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τις αμαρτίες του αδελφού σου. Διότι, αν εσύ ο ίδιος εκδικηθείς και επιτεθείς εναντίον του, είτε με λόγια, είτε με ανάλογες συμπεριφορές, είτε με κατάρες, ο Θεός δεν θα επέμβει πλέον, αφού εσύ ανέλαβες την τιμωρία Του. Και όχι μόνο δεν θα επέμβει, αλλά και από σένα θα ζητήσει λόγο, διότι φέρθηκες υβριστικά προς Αυτόν.»

Η Εκκλησία δεν εναντιώνεται σε όσα έθιμα δεν είναι εκκλησιαστικά, αλλά αφενός δεν τα εντάσσει στην λειτουργική της ζωή, αφετέρου οφείλει να προστατέψει το ποίμνιό της ενημερώνοντας υπεύθυνα για την αποφυγή ενδεχομένων πνευματικών ολισθημάτων. Το κείμενο αυτό δεν έχει ελεγκτικό χαρακτήρα αλλά πληροφοριακό και ποιμαντικό, ενώ για λόγους συντομίας και απλότητας δεν χρησιμοποιήθηκαν θεολογικοί όροι και πατερικά κείμενα.

ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

This entry was posted in Επικαιρότητα and tagged . Bookmark the permalink.