Κατανυκτικός Εσπερινός Γ’ Κυριακής Νηστειών στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου

Στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Σιάτιστας τελέστηκε σήμερα, 23 Μαρτίου Γ΄Κυριακή των Νηστειών ο Δ’ Κατανυκτικός Εσπερινός.
Στον Κατανυκτικό Εσπερινό οι Ιερείς της Ενορίας π. Βασίλειος Βασιλείου και π. Νέστορας Γκουρομίσιος τέλεσαν την ακολουθία του εσπερινού και παρέστησαν συμπροσευχόμενοι οι Ιερείς της Ενορίας του Αγίου Δημητρίου π. Στέργιος Μπαχτσεβάνος και π. Γρηγόριος Κεσελόπουλος.
Πριν το πέρας του Κατανυκτικού Εσπερινού, ακολούθησε ομιλία του ο π. Βασιλείου με θέμα: «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΣΤΑΥΡΙΚΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ».

Ακολουθεί η ομιλία του π. Βασιλείου Βασιλείου.

Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. ΒασιλείουἈγαπητοί μου συμπρεσβύτεροι,
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Συνεχίζουμε, μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας, νά πορευόμαστε τήν κατανυκτική αὐτή περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πραγματικά, εἶναι μία μεγάλη εὐλογία καί μία προφανής βοήθεια, πού παρέχει ἡ Ἐκκλησία στούς πιστούς, μέ τό πολυποίκιλο πλῆθος τῶν ἀκολουθιῶν αὐτῆς τῆς περιόδου.
Ἡ Ἐκκλησία μας, σήμερα, Τρίτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν, εὐρισκόμενοι στό μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προβάλλει τόν Τίμιο Σταυρό. Αὐτό τό καύχημα τῆς Ἐκκλησίας, τό καύχημα τῶν πιστῶν. Νά τόν δοῦμε, νά τόν προσκυνήσουμε, νά κατανοήσουμε τή θεολογία του.
Θά ἤθελα, μέ ὅση δυνατή συντομία, νά ἀσχοληθοῦμε μέ τό τόσο μεγάλο θέμα. Νά δοῦμε ποιός εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός.
Ὁ Τίμιος Σταυρός κατ’ ἀρχάς, ἀγαπητοί μου, εἶναι τό σύμβολο τῆς θυσίας. Ταυτόχρονα ὅμως εἶναι καί τό σύμβολο τῆς ἐνισχύσεως.
Ἡ Ἐκκλησία, ἀπό τόν πρῶτο καιρό, ἀπό τά ἀποστολικά χρόνια, προβάλλει σέ κάθε ἁγιαστική της πράξη τόν Τίμιο Σταυρό. Τόν προβάλλει γιά νά φανερώνει σέ κάθε στιγμή κάτι πολύ σημαντικό. Ὅτι, τό εὐαγγέλιο εἶναι σταυρικό! Ὅτι, ὁ πιστός πρέπει νά θυσιαστεῖ καί ὅτι, χωρίς αὐτή τή θυσιαστική ζωή δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἡ Ἐκκλησία μᾶς λέει ὅτι, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἐνισχύει τόν πιστό, διότι γνωρίζει ὅτι, δι’ αὐτοῦ νικήθηκε ὁ μεγάλος ἐχθρός, ὁ Διάβολος καί πατήθηκε, ἐξαφανίσθηκε τό μεταπτωτικό φαινόμενο τοῦ θανάτου.
Αὐτές εἶναι τρεῖς θέσεις, (σύμβολο τῆς θυσίας, σύμβολο τῆς ἐνισχύσεως, νικήθηκε ὁ Διάβολος, ἐξαφανίσθηκε ὁ θάνατος), εἶναι τρεῖς θέσεις, τίς ὁποῖες πρέπει ὁ κάθε πιστός νά ἔχει διαρκῶς ὑπόψη του, γιά νά γνωρίζει πῶς νά ζεῖ καί νά μπορεῖ νά ἐνισχύεται.
Τίθεται, ὅμως, τώρα ἕνα θεμελιακό ἐρώτημα, πού σίγουρα ἀπασχολεῖ πολλούς Χριστιανούς μας.
Γιατί πρέπει νά ζήσουμε σταυρική ζωή, πού προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί εἶναι ἡ καρδιά τοῦ Εὐαγγελίου;
Ἡ σταυρική ζωή, νά τό πῶ ἐκ τῶν προτέρων, φαίνεται διάχυτα μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Ἀκόμη καί στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή, αὐτό ἀκούσαμε. Τί εἶπε ὁ Χριστός; «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι». Ἕνας, λοιπόν, προσεκτικός μελετητής τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τό ἐπισημαίνει αὐτό πολύ νωρίς. Ὁ Χριστός ὁμιλεῖ γιά σταυρική ζωή!
Ἡ ἐρώτηση συνεχίζει νά ὑφίσταται. Γιατί πρέπει «νά εἰσέλθουμε διά τῆς στενῆς πύλης καί νά βαδίσουμε τήν τεθλιμμένη ὁδό»; ὅπως μᾶς λέει ὁ Κύριος; Ἐν τῷ μεταξύ, καί ὅλοι οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λένε ὅτι, «ποτέ, κανείς, δέν ἀνέβηκε διά τῆς ἀνέσεως στόν οὐρανό». Ἐδῶ ὁμιλεῖ ἡ πείρα τῆς Ἐκκλησίας.
Συμπερασματικά, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι, τό σταυρικό πνεῦμα εἶναι μέσα στήν οὐσία τοῦ χριστιανισμοῦ. Εἶναι κάτι τό καθορισμένο, κάτι τό σταθερό.
Οἱ πιστοί, ὅμως, συνεχίζουν νά ἐρωτοῦν: Γιατί πρέπει νά σηκώσω σταυρό, γιά νά σωθῶ;
Ἐπειδή τό ἐρώτημα εἶναι σοβαρό ἄς προσέξουμε. Ἄς δώσουμε ἀρκετή προσοχή κι ἄς μήν τά βλέπουμε ἐπιπόλαια.
Ἀναμφισβήτητα ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, δέν θά ἤθελε ποτέ τά λογικά πλάσματά του νά θλίβονται, νά ὑποφέρουν, νά καταπιέζονται. Ἀντίθετα, δημιούργησε τόν παράδεισο. Καί τόν ὀνόμασε παράδεισο τῆς τρυφῆς, τῆς ἀπολαύσεως. Ἐκεῖ ἔβαλε τούς πρωτοπλάστους. Ἀλλά ἐπίσης καί Αὐτός ζεῖ στή μακαριότητα καί θέλει καί τά πλάσματά του νά μετέχουν τῆς θείας μακαριότητας.
Ὅμως, τό δράμα τοῦ ἀνθρώπου ἄρχισε ἀπό ἐκεῖ μέσα, ἀπ’ τόν παράδεισο, τόν παράδεισο τῆς τρυφῆς. Ὁ Διάβολος φθονώντας τούς πρωτοπλάστους, τούς προτείνει νά γευθοῦν ἀπό τόν καρπό τοῦ δένδρου, ἀπό τό ὁποῖο δένδρο τούς ἀπαγόρευσε ὁ Θεός, νά φᾶνε. Πιό πρίν δέν τόν παρατηροῦσαν καί οὔτε τούς εἶχε δημιουργηθεῖ ἡ ἐπιθυμία νά τόν φᾶνε ἐκεῖνο τόν καρπό! Μετά τήν πρόταση, ὅμως, τοῦ Διαβόλου, τόν πρόσεξαν, τόν ἐπιθύμησαν, τόν ἔφαγαν, εὐχαριστήθηκαν. Ὅμως αὐτό ἦταν μία ἔνοχη εὐχαρίστηση, μία ἔνοχη ἡδονή, διότι παρέβησαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Καί ὅλα τά ἄλλα, ὅσα ἔτρωγαν, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, τούς καρπούς, δηλαδή, τῶν διαφόρων δένδρων, τούς προξενοῦσαν μία εὐχαρίστηση, μία ἡδονή, ἀλλά νόμιμη ἡδονή. Ἡ ἄλλη, ὅμως, ἦταν μία ἔνοχη ἡδονή.
Στή συνέχεια, αὐτή ἡ παράνομη εὐχαρίστηση, ἡ ἔνοχη ἡδονή, μέ τή σειρά της γέννησε κάτι πού ταλανίζει τόν ἄνθρωπο, γέννησε τήν ὀδύνη. Αὐτή ἡ ὀδύνη προῆλθε ἀπό δύο νέες πραγματικότητες. Ἀπό τήν ἀπώλεια τῆς μακαριότητας καί τή γεύση τοῦ θανάτου. Εἶναι πραγματικά ἀφάνταστα ὀδυνηρό, ἀγαπητοί μου, νά χάσεις τήν εὐτυχία καί τή ζωή. Ἀφοῦ ἀποκόπηκαν ἑκουσίως, αὐτονομήθηκαν ἀπό τόν Θεό, ἀπό ἐκεῖ καί μετά, αὐτά τά δύο – ἡδονή καί ὀδύνη – ἀποτελοῦν ἕνα ἀδιάσπαστο δίπολο, τό ὁποῖο ἀκολουθεῖ τήν ἀνθρωπότητα μέχρι σήμερα. Πάντοτε ὅταν ὑπάρχει παράνομη ἡδονή ἀκολουθεῖ ἡ ὀδύνη. Δέν ὑπάρχει καμμία ἐξαίρεση.
Ἔρχεται τώρα ὁ Ἰησοῦς Χριστός νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Τί θά πεῖ, νά σώσει τόν ἄνθρωπο; Τί σημαίνει σωτηρία; Σωτηρία σημαίνει νά βρεθῶ πίσω στόν παράδεισο, γιά τόν ὁποῖο δημιουργήθηκα. Ἔρχεται, λοιπόν, ὁ Χριστός νά τόν φέρει πίσω στόν Παράδεισο. (Δέν ἡσύχαζε ὁ Θεός Λόγος ὥσπου νά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο. Ὁλόκληρη ἡ Παλαιά Διαθήκη, αὐτό εἶναι: Οἱ κινήσεις τοῦ ἐρωτευμένου Θεοῦ, γιά τή σωτηρία τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου.) Πῶς θά γινόταν ὅμως αὐτό; Μέ μία πράξη τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀσύλληπτη ἀπό τόν ἀνθρώπινο νοῦ. Μέ τήν ἐνανθρώπηση καί τή συμμετοχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν ὀδύνη, σ’ αὐτό τό ἀποτέλεσμα τῆς ἡδονῆς, χωρίς ἀσφαλῶς νά φταίει. Γιά νά ἐπιστρέψει, ὅμως, τώρα ὁ ἄνθρωπος πίσω στόν Παράδεισο, θά πρέπει νά βαδίσει τόν ἴδιο δρόμο, τόν δρόμο τῆς ὀδύνης.
Εἴπαμε ὅτι, τό σχῆμα: ἡδονή – ὀδύνη, ὁδήγησε τόν ἄνθρωπο ἔξω ἀπ’ τόν Παράδεισο. Τώρα γιά νά ξαναγυρίσει, πρέπει νά βαδίσει ἀντίστροφα, δηλαδή ὀδύνη – ἡδονή.
Θά ἤθελα τώρα νά δοῦμε, ποιά εἶναι ἡ ὀδύνη; Ἡ ὀδύνη τώρα εἶναι ἡ σταυρική ζωή πού ζεῖ ὁ πιστός. Καί αὐτή τή σταυρική ζωή, τή ζεῖ σέ δύο φάσεις:
Ἡ μία, εἶναι ἡ φάση τοῦ κόσμου, πού παρέχει τίς ἡδονές καί στή συνέχεια τήν ὀδύνη καί τόν θάνατο. Σοῦ προτείνει ὁ «κόσμος» τά πολλά καί ἡδονιστικά φαγητά, τά πολλά καί ἡδονιστικά ποτά, τίς ποικίλες κατά φύση καί παρά φύση σαρκικές ἡδονές, τό εὐρύ φάσμα τῶν ναρκωτικῶν οὐσιῶν (τσιγάρα κλπ), τόσα καί τόσα ἄλλα πού προκαλοῦν εὐχαρίστηση – ἡδονή.
Ἡ ἄλλη εἶναι ἡ φάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, πού ἀπαιτεῖ κόπο καί πόνο πολύ, γιά νά ζήσω τή ζωή τῆς ἀσκήσεως καί ἐπιστροφῆς. Θέλει κόπο ἡ προσευχή, θέλει κόπο ἡ ἀγρυπνία, θέλει κόπο ἡ νηστεία, οἱ μετάνοιες, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ συγχώρηση, ἡ ἐκκοπή τοῦ ἰδίου θελήματος, ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν καί τήν ἀποκοπή τῶν παθῶν. Ὅλο αὐτό, εἶναι τό ἔργο τῆς ἐπιστροφῆς στόν Παράδεισο, καί προκαλεῖ κόπο καί πόνο πολύ, ὀδύνη!
Ὅταν, λοιπόν, κάποιος πορεύεται τόν ὀδυνηρό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς, ποιά θά εἶναι τώρα ἡ ἡδονή; Εἶναι κάτι πολύ ἀνώτερο ἀπό τόν Παράδεισο. Εἶναι ἡ μετοχή μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή ἡ ὀδύνη καί αὐτή ἡ ἡδονή στήν Καινή Διαθήκη ἐκφράζεται ὡς ἑξῆς: Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «εἰσέλθετε διά τῆς στενῆς πύλης. Τί στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν». Λέει: Μπεῖτε μέσα διά τῆς στενῆς πύλης. Ἐπειδή, γιά νά εἰσέλθετε στή ζωή, ἡ πύλη εἶναι στενή καί ὁ δρόμος ἔχει πολλές θλίψεις (ἀνηφορικός, κακοτράχαλος, μέ ἐμπόδια) καί λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού τήν βρίσκουν.
Ἄραγε, γιατί εἶναι ὀλίγοι; Ἀναρωτηθήκαμε ποτέ; Δέν θέλουν νά βροῦν οἱ ἄνθρωποι τή ζωή; Μά, ἀφοῦ συνεχῶς εὐχόμαστε: «Χρόνια πολλά» «Ζωή νά ‘χουμε». Γιατί εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού τήν βρίσκουν; Εἶναι λίγοι, γιατί οἱ περισσότεροι φοβοῦνται τήν ὀδύνη, φοβοῦνται τόν πόνο, θέλουν τήν ἄνεση. Δέν θέλουν νά κουραστοῦν, δέν θέλουν νά ἱδρώσουν. Δέν ἔχουν κατανοήσει τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί τό σταυρικό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας.
Κάποτε στά Λύστρα τῆς Λυκαονίας, στή Μικρά Ἀσία, ὅταν περιόδευε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, συνέβη νά τόν συλλάβουν καί νά τόν λιθοβολήσουν. Δέν ἐπέτρεψε, ὅμως, ὁ Θεός νά πεθάνει. Μετά ἀπό ἐκείνη τήν περιπέτεια τοῦ λιθοβολισμοῦ εἶπε τόν ἑξῆς καταπληκτικό λόγο: «Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν». (Πράξ. ΙΔ΄ 22) Εἶναι ἀποκαλυπτικός λόγος! Διά πολλῶν θλίψεων πρέπει νά εἰσέλθουμε στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Λόγος ἀκατανόητος στούς ἀμύητους. Ὁ τόνος πέφτει στό δεῖ, δηλαδή, στό πρέπει. Τί θά πεῖ αὐτό;
Γιατί ἄραγε ὑπάρχει αὐτό τό δεῖ; Αὐτό τό πρέπει; Διερωτηθήκαμε ποτέ;
Θά ἤθελα, ἀγαπητοί μου, γιά νά μπορέσουμε ἔστω καί ἀμυδρά νά πλησιάσουμε αὐτή τήν ἔννοια, νά κάνω κάποιες ἐρωτήσεις.
Πῶς θά ἀπαλλαχθοῦμε ἀπό τίς ροπές τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας; Εἶναι τόσο εὔκολο;
Πῶς θά κόψουμε ἕνα πάθος ἁμαρτωλό; Εἶναι τόσο εὔκολο;
Πῶς θά τό μεταπλάσουμε σέ ἐνάρετο; Εἶναι τόσο εὔκολο;
Πῶς θά ἀσκήσουμε πνευματική ζωή; Εἶναι τόσο εὔκολο;
Ὅλα αὐτά ἀπαιτοῦν κόπο. Δέν ξεκολλάει ἕνα πάθος ἀπό πάνω μου, ἄν δέν πονέσω γι’ αὐτό. Ἔχω λαιμαργία, πῶς θά τήν ἐλαττώσω; Ἔχω θυμό, πῶς θά τόν ἐλέγξω; Κάνω κατάκριση, πῶς θά τή σταματήσω; Εἶμαι ὑπερήφανος, πῶς θά ταπεινωθῶ; Εἶμαι δέσμιος κάποιων ἕξεων, κάποιων παθῶν, (τσιγάρο – ποτό – τηλεόραση – σαρκικότητα – φιλαργυρία – σπατάλη), πῶς θά ἐλευθερωθῶ; Γιά νά ξεφύγω ἀπό ὅλα αὐτά, χρειάζεται πολύς κόπος, ἐργασία ἐπίπονη. Δέν ξεριζώνονται τόσο εὔκολα, οὔτε ἔχεις πάντοτε ἀνθρώπους συμπαραστάτες καί βοηθούς, μᾶλλον ἐνάντιους καί ἐχθρικούς. Ἀκόμη καί στό πιό κοντινό περιβάλλον. Εἶχε πεῖ κάποτε ὁ Χριστός ὅτι, «οἱ πρῶτοι ἐχθροί θά εἶναι οἱ ἴδιοι οἱ σπιτιακοί του.» Στό δρόμο, λοιπόν, τῆς ἐπιστροφῆς πρός τόν Παράδεισο ὑπάρχει πολλή ὀδύνη.
Ἀκόμη, πόνο – ὀδύνη προκαλεῖ ὁ κόσμος (μέ ἠθική ἔννοια). Ὅταν λέμε κόσμο στήν Ἁγία Γραφή καί στήν ἐκκλησιαστική γραμματεία, σημαίνει ὅλο τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων πού εἶναι ἀντίθετοι στόν Θεό, ἡ τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, στήν Α΄ καθολική ἐπιστολή του γράφει: «Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῶ κεῖται». (Α΄ Ἰω. Ε΄ 19) Ὁλόκληρος ὁ κόσμος βρίσκεται κάτω ἀπό τήν κυριαρχία, τήν ἐξουσία τοῦ πονηροῦ, τοῦ σατανᾶ. Καί μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο, τοπικά, κατ’ ἀνάγκη, θά ζήσουν καί οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι. Ἐκεῖνοι, πού θέλουν νά ζήσουν τή χριστιανική ζωή, τή ζωή ὅπως τήν θέλει ὁ Θεός. Μά, πόλη λέγεται, μά, ἐργοστάσιο, μά, σχολεῖο, μά, πολυκατοικία, γειτονιά, στρατός, πανεπιστήμιο.
Καί οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου θά προκαλέσουν σκανδαλισμό, θά βάλουν ἐμπόδια, καί θά εἰρωνευτοῦν, καί θά κοροϊδέψουν, καί θά διώξουν τόν πιστό, τόν πνευματικό ἄνθρωπο. Εἶναι αὐτό, πού εἶπε ὁ Κύριος: «ἐν τῷ κόσμω θλίψιν ἔξετε». Μέσα σ’ αὐτή τήν κοσμική κοινωνία θά πιέζεστε ὑπερβολικά. Γιατί; Ἐπειδή ὁ κόσμος εἶναι πονηρός, ἀντίθετος στό Θεό. Δέν μένει ὅμως σ’ αὐτό ὁ Χριστός, ἀλλά συνεχίζει καί λέει: «Θαρσεῖτε, (γιατί;) ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμο». (Ιω. Ιστ΄ 33) Πάρετε θάρρος, ἤδη ἐγώ ἔχω νικήσει (παρακείμενος) τόν κόσμο, τή δαιμονική αὐτή συνεργασία. Ὅλη αὐτή ἡ κατάσταση, δηλαδή, τά πάθη καί οἱ ἀντιξοότητες ἀπ’ τόν κόσμο, ὅλα αὐτά, ἀποτελοῦν τόν σταυρό τοῦ πιστοῦ, τήν ὀδύνη τοῦ πιστοῦ. Καί, ἀσφαλῶς, δέν τά ἔκανε ὁ Θεός ἔτσι, ἀλλά ἐμεῖς πρέπει νά ξεκολλήσουμε ἀπ’ αὐτά, γιά νά γυρίσουμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, νά βροῦμε τή σωτηρία.
Ἀλλά, τί σημαίνει σωτηρία; Σωτηρία, ἀγαπητοί μου, σημαίνει «οἰκείωση τοῦ Χριστοῦ». Κάνω δικό μου τόν Χριστό! Ὁ ὁποῖος ἔπαθε γιά μᾶς καί στή θέση μας. Αὐτή ἡ οἰκείωση δέν μένει μόνο στό χῶρο τῆς πίστεως, ἀλλά προχωράει στή συσταύρωση μέ τόν Χριστό. Σημειώνει ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή του: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι, ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ ἐν ἐμοί Χριστός». (Γαλ. Β΄ 20) Εἶμαι σταυρωμένος μαζί μέ τόν Χριστό. Εἶμαι ἕνα μέ τόν Χριστό. Δηλαδή, εἶμαι πεθαμένος, εἶμαι νεκρός. Δέν ζῶ πλέον ἐγώ, ἡ δική μου ζωή ἔχει σβήσει. Μέσα μου ζεῖ ὁ Χριστός!
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί ὁ κάθε ἀληθινός πιστός ζοῦν μία ἄλλη κατάσταση, τήν κατάσταση τοῦ σταυρωμένου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ὁ κόσμος δέν τόν ἀποδέχθηκε, καί τόν ἐδίωξε, καί τόν περιφρόνησε, καί τόν θανάτωσε, τόν σταύρωσε.
Γιά ποιό λόγο, ἄραγε, ἐπιθυμοῦν νά ζοῦν αὐτή τήν κατάσταση; Θέλουν νά τήν ζοῦν, ἐπειδή εἶδαν στή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, τήν ὑπέρμετρη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός αὐτούς καί πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀκοῦστε τί γράφει στούς Γαλάτες ὁ ἀπόστολος: «ὅ δέ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ». Αὐτή τή ζωή πού ζῶ τώρα, τήν ζῶ μέ τήν πίστη στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπησε καί παρέδωσε τόν ἑαυτό του στόν θάνατο γιά μένα. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι συγκλονισμένος ἀπό τήν ὕψιστη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός αὐτόν, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μέ τόν σταυρικό του θάνατο. «Ἄν ὁ Χριστός ἔδωσε τή ζωή του γιά μένα, ἐγώ γιατί νά μήν τήν δώσω γιά τόν Χριστό; Γιατί νά μή σταυρωθῶ μαζί μέ τόν Χριστό;» Αὐτή ἡ σκέψη γεννᾶ τήν ἀποδοχή τῆς σταυρικῆς ζωῆς στόν κάθε πιστό!
Τί θά πεῖ, ὅμως, συσταύρωση; Συσταύρωση θά πεῖ: Ὁ Χριστός πηγαίνει μπροστά κι ἐμεῖς τόν ἀκολουθοῦμε, εἴμαστε πίσω του. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι.» (Μάρκ. Η΄ 34) Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει θά ἔχει καί τίς ἑξῆς ὑποχρεώσεις: 1ον Θά πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί 2ον θά πρέπει νά σηκώνει τόν σταυρό του. Δηλαδή, μᾶς προβάλλει καί μᾶς προτείνει τήν σταυρική ζωή.
Εἶναι ξεκάθαρος ὁ Χριστός. Μᾶς λέει: Ἀκολουθῆστε με. Ἐγώ σταυρώθηκα ἀπό τόν κόσμο, ἀπό τούς ἀντίθεους ἀνθρώπους, κι ἐσεῖς πρέπει νά σταυρωθεῖτε ἀπό τόν κόσμο, ἄν θέλετε νά εἶστε γνήσιοι μαθητές μου. Δέν λέει ὁ Χριστός, «Ὅποιος θέλει» ἤ «ἐάν θέλει κάποιος». Ἀλλά μᾶς ἐξηγεῖται ὅτι, αὐτό θά συμβεῖ ὅταν θά μέ ἀκολουθήσετε. Δηλαδή, ἡ σταυρική ζωή εἶναι φυσική ἀπόρροια τῆς ἀκολουθήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁπωσδήποτε θά πάσχεις, ἀκολουθώντας τόν Χριστό. Καί αὐτό, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, εἶναι ἴσως τό κυριότερο κριτήριο, ἄν εἴμαστε ἀληθινοί, πραγματικοί χριστιανοί.
Ἄς ἀκούσουμε πάλι τί λέγει ὁ Κύριος. Μᾶς δίνει ὁ ἴδιος τό κριτήριο: «ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστί μου ἄξιος». (Ματθ. Ι΄ 38) Ἄρα πρέπει ὁπωσδήποτε νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας, (εἰρωνεῖες, κοροϊδίες, θλίψεις, διωγμούς ἐκ τοῦ κόσμου χάριν τοῦ Χριστοῦ), γιά νά εἴμαστε ἄξιοι γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Καί ποιό θά εἶναι τό κέρδος μας μετά τήν συσταύρωση μέ τόν Χριστό; Ἡ συνανέγερση μέ τόν Χριστό. Ἀπό τόν σταυρό ἔρχομαι στήν Ἀνάσταση. Ὅπως ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε, τό ἴδιο κι ἐγώ πού συσταυρώνομαι, θά συναναστηθῶ μαζί του. Ἡ ἀνάσταση ἡ δική μου συνεπάγεται μακαριότητα, συνεπάγεται ζωή αἰώνια, ἄφθαρτη καί ἀθάνατη. Συνεπάγεται σωτηρία. Γίνομαι σῶος, ὁλόκληρος, ἔτσι ὅπως μέ ἔκανε ὁ Θεός. Γιά ἐκεῖ πού μέ δημιούργησε ὁ Θεός. Θά βρίσκομαι μαζί μέ τόν ἀγαπημένο μου Ἰησοῦ Χριστό στούς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἤδη ἔχω πετύχει τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς μου!
Ὅμως, ἀπό τούς περισσότερους χριστιανούς δέν κατανοεῖται ὁ Σταυρός. Δέν κατανοεῖται, δηλαδή, ἡ θλίψη, ἡ ὀδύνη στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Διερωτῶνται οἱ χριστιανοί: Γιατί νά θλίβομαι; Γιατί νά σταυρώνομαι; Γιατί νά διώκομαι; Ἀφοῦ εἶμαι καλός χριστιανός;
Γιατί, ὅμως, δέν κατανοεῖται ὁ Σταυρός; Δέν κατανοεῖται, ἀγαπητοί μου, ἐπειδή στήν ἐποχή μας ἀποφεύγεται ἡ κάθε εἴδους κακοπάθεια καί ἔχει γίνει πλέον σύνθημα τῆς ζωῆς μας, ἡ εὐημερία καί ἡ ἄνεση. Ἀλλά αὐτή ἡ στάση ζωῆς καί αὐτό τό σύνθημα στέκονται ἐχθρικά ἀπέναντι στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Καί ἐπειδή ἡ Ὀρθοδοξία προβάλλει καί διακηρύττει τόν Σταυρό καί τό σταυρικό μήνυμα, ρίχνουν τήν μομφή ὅτι, ὁ Χριστιανισμός εἶναι σκληρός! Ἡ Ορθοδοξία εἶναι σκληρή! Λένε, «Ἐμεῖς δέν θέλουμε τέτοιο χριστιανισμό, θέλουμε νά περνοῦμε καλά! Νά ζοῦμε ἄνετα! Νά μή ζοῦμε μέ στερήσεις! Μέ καταπιέσεις».
Γράφοντας, πρίν 2.000 χρόνια, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τήν ἐπιστολή του πρός τούς χριστιανούς τῶν Φιλίππων, ἐδῶ στή Μακεδονία, κοντά στήν Καβάλα (Φιλ. Γ΄ 18–20), ἔλεγε τά ἑξῆς: «Θυμᾶστε, σᾶς μιλοῦσα κάποτε γιά πολλούς Χριστιανούς, καί τώρα γράφοντας γι’ αὐτούς, κλαίω, καί σᾶς λέγω τά ἑξῆς: Αὐτοί φέρονται ὡς ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, καί τό τέλος τους εἶναι ἡ ἀπώλεια, ἡ καταστροφή. Θεό ἔχουν τήν κοιλιά τους, (τί θά φᾶνε, τί θά πιοῦν) παινεύονται γιά πράξεις πού φέρουν ντροπή, (σαρκικές κατά φύση καί παρά φύση πράξεις) καί ἡ σκέψη τους εἶναι στά γήινα πράγματα, (ὑλιστές) ἐνῶ ἡ δική μας σκέψη εἶναι στόν οὐρανό.»
Καί σήμερα, στόν ἑλλαδικό ὀρθόδοξο χριστιανικό χῶρο εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ζοῦν ἀντισταυρικά. Μπορεῖ νά διατείνονται καί νά λένε ὅτι εἶναι χριστιανοί, ὅτι ἔχουν τόν Χριστό μέσα τους, ὅμως καταργοῦν τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Δέν θέλουν στή ζωή τους τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Πολύ δέ περισσότερο δέν θέλουν τό σταυρικό φρόνημα. Καί τί κάνουν; Συμβιβάζονται μέ τόν κόσμο καί μέ τό κοσμικό φρόνημα. Κηρύσσουν νέο θεό, τήν κοιλιά, δηλαδή τήν εὐημερία, τήν ἄνεση, τήν ἄκοπη ζωή. Ἔξω ἡ θλίψη, ἔξω ἡ ἄσκηση, ἔξω ἡ στενή πύλη καί ἡ τεθλιμμένη ὁδός, πού λέει ὁ Χριστός. Κατασκευάζουν ἕναν εὔκολο χριστιανισμό. Ἕνα χριστιανισμό στά μέτρα τους. Ἕνα χριστιανισμό δικῆς τους κατασκευῆς. Ἀλλά ἕνας τέτοιος χριστιανισμός δέν σώζει. Δέν εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πού σώζει, ἀλλά ἕνα ἀκόμη ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Θά αἰσθανθοῦν μέγιστη ἀπογοήτευση ὅταν μετά ἀπό πολλά χρόνια τέτοιας «χριστιανικῆς ζωῆς», θά ἀντιληφθοῦν ὅτι βρίσκονταν στό λάθος καί στήν πλάνη.
Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. ΒασιλείουἈγαπητοί μου, σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, στή μέση τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, προβάλλει τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό κάνει αὐτό γιά νά μᾶς ὑπενθυμίσει ὅτι, ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ἡ καρδιά τῆς πνευματικότητας καί τῆς σωτηρίας μας.
Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι τό σύμβολο τῆς θυσίας καί ἀντιπαρατάσσεται στό Διάβολο καί στό κοσμικό φρόνημα.
Εἶναι τό σύμβολο τῆς δύναμης, πού μ’ αὐτόν νικήθηκαν οἱ δαίμονες καί ὁ κόσμος.
Εἶναι τό σύμβολο τῆς ἐλπίδας ὅτι, μποροῦμε νά εἰσέλθουμε πάλι στόν Παράδεισο.
Εἶναι τό μεγάλο διάσημο τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀκρότατη δόξα του. Ξέρετε τί ἐπιγραφή γράφουν οἱ βυζαντινοί ἁγιογράφοι πάνω ἀπό τόν σταυρωμένο Ἰησοῦ Χριστό; Ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης! Ἐπάνω στό Σταυρό δοξάστηκε ὁ Χριστός!
Εἶναι ἀκόμη τό σύμβολο τῆς δόξας τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι διά τοῦ Σταυροῦ θά εἰσέλθουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι τέλος ὁ ἀντίστροφος δρόμος πρός τόν Παράδεισο, ὁ δρόμος τῆς ὀδύνης τῶν πιστῶν, πού θά τούς φέρει στήν ἡδονή «τῶν καθορώντων τό κάλλος τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.»
Θά τελειώσω μέ ἕνα πολύ μικρό ἀπόσπασμα ἀπό τήν Α΄ καθολική ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, (Α΄ Πέτρου Β΄ 21-23) πού ἐπιγραμματικά καί πολύ χαρακτηριστικά λέει ὅτι, ἡ σταυρική πορεία εἶναι τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ πρός τούς πιστούς, καί ὡς πρότυπο καί ὑπόδειγμα μᾶς ἔχει δώσει τό πάθος τοῦ Χριστοῦ. «Εἰς τοῦτο γάρ ἐκλήθητε, ὅτι καί Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ• ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ• ὅς λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει, παρεδίδου δέ τῷ κρίνοντι δικαίως».
Ἡ πορεία μας, ἀγαπητοί μου, πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μονόδρομος καί μάλιστα ἀνηφορικός καί μάλιστα κακοτράχαλος. Ὅμως δίπλα μας ἤ μάλλον μπροστά μας ὑπάρχει ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς ἐνισχύει καί μᾶς παρηγορεῖ!
Εἶναι ὀδύνη αὐτή ἡ πορεία, ἀλλά μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀπέραντη καί αἰώνια ἡδονή τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ!
Ἄς φιλοτιμηθοῦμε νά βαδίζουμε αὐτή τήν πορεία!
Ἀμήν.
Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου

 

This entry was posted in Επικαιρότητα and tagged . Bookmark the permalink.