Ένα κάθε μήνα

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ
ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΙΑΤΙΣΤΑΣ

Ἰούνιος 2015

Ἕνα κάθε μήνα.

Ἀγαπητοί μου ἐνορίτες,
Μέ τή χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας, τελείωσε αὐτή ἡ μακρά εὐλογημένη Ἐκκλησιαστική περίοδος, ἡ ὁποία ἐξαρτᾶται ἀπό τήν μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως του Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀπολαύσαμε τίς τρεῖς ἑβδομάδες τοῦ Τριωδίου. Κατανυγήκαμε κατά τίς ἕξι ἑβδομάδες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Συμπορευθήκαμε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό τίς ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ἐμπλησθήκαμε χαρᾶς καί εὐφροσύνης ἀπό τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα μέχρι τήν ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως. Φθάσαμε στόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἀποκτώντας τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τέσσερις ὁλόκληροι μῆνες. Τό ἕνα τρίτο τοῦ χρόνου. Ἄν ζούσαμε κοντά στήν Ἐκκλησία, μέσα στήν Ἐκκλησία, ἄν βιώναμε αὐτούς τούς πνευματικούς κύκλους τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἡ ζωή μας θά ἦταν πολύ διαφορετική, ἡ κοινωνία μας θά ἦταν πιό ἀνθρώπινη. Θά ἦταν θεανθρώπινη! Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα θά μᾶς ὁδηγοῦσε ὀρθά σέ ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς μας.
Εἶναι φανερό σέ ὅλους, ὅσοι ἔχουν κάποια ἡλικία ὅτι, οἱ ἐποχές πού οἱ Ἕλληνες ἦταν περισσότερο συνειδητά κοντά στή Ἐκκλησία, ἔχουν περάσει. Οἱ λαίλαπες τῶν ὑλιστικῶν ἰδεολογιῶν μέ μπροστάρηδες τόν καταναλωτισμό, τό φαγοπότι, τήν ἀπόλαυση τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν, τήν ἄνεση, τήν ἀθεΐα, τόν μηδενισμό, ἔχουν ἀλλοιώσει τήν Ἑλληνική κοινωνία. Οἱ Ἕλληνες, γιά πολλούς αἰῶνες, ἦταν διαποτισμένοι μέ ὑψηλά ἰδανικά, στήριζαν τή ζωή τους σέ διαχρονικές ἀξίες. Τά τελευταία 2.000 χρόνια εἶχαν ἐμπιστευτεῖ τόν ἑαυτό τους, τίς οἰκογένειές τους, τά χωριά τους, τά ἔθιμά τους, τήν πατρίδα τους, στόν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἴσως οἱ νεότεροι δέν μποροῦν, οὔτε στό ἐλάχιστο, νά φανταστοῦν, πῶς ἦταν ἡ ζωή πρίν πενήντα – ἑξήντα χρόνια.
Μερίδιο εὐθύνης ἔχουν ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι μεταστοιχείωσαν τά ἰδανικά καί τίς ἀξίες καί τήν πίστη στό Χριστό σέ μία τυπικότητα καί ἕνα καθωσπρεπισμό, καί ἔτσι ἔχασαν τήν δύναμή τους. Δυστυχῶς χτυπήθηκε ἀνηλεῶς, ἀπό «μορφωμένους» ἀμοραλιστές καί ἄθεους, ἀπό σκοτεινές σατανικές δυνάμεις, ἡ ἠθικοπνευματική ἰδιοπροσωπία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἀκόμη ἡ εἰσόρμηση τοῦ δυτικοῦ τρόπου ζωῆς καί κουλτούρας, μέ τή μουσική, τό τραγούδι, τό θέαμα, τή μόδα, τό ντύσιμο καί τή διασκέδαση, ἰσοπέδωσε τήν ἑλληνική ἰδιαιτερότητα.
Θά προσπαθήσω νά παρουσιάσω στήν ἀγάπη σας, ὅσο εἶναι δυνατόν, τί ἔχει χαθεῖ ἀπό τίς προηγούμενες γενεές, γιά νά δοῦμε ὅλοι, κι ἐμεῖς πού τά ζήσαμε καί ἐκεῖνοι πού δέν τά πρόλαβαν, πόσο μεγάλος καί πολύτιμος ἦταν ὁ θησαυρός πού κουβαλοῦσαν οἱ πρόγονοί μας ἀπό γενεά σέ γενά. Ὁ θησαυρός αὐτός μέ δύο λόγια, ἦταν οἱ ἀρετές αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων.
Πρῶτ’ ἀπό ὅλα ἦταν οἱ θρησκευτικές ἀρετές. Εἶχαν μία ἁπλή πίστη στόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό καί στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, στήν Παναγία μας καί σ’ ὅλους τούς Ἁγίους. Δέν παρέλειπαν τόν ἐκκλησιασμό τῆς Κυριακῆς καί τῶν μεγάλων ἑορτῶν. Δέν ἀπουσίαζαν ἀπό κανένα θρησκευτικό πανηγύρι, μεταφορά ἁγίων εἰκόνων ἤ λειψάνων, λιτανίες. Στό σπίτι οἱ νοικοκυρές καί τά κορίτσια ἄναβαν τό καντήλι, θυμίαζαν τίς εἰκόνες, ζύμωναν τίς λειτουργιές, ἔπλαθαν τό κερί καί τό θυμίαμα, ἔρραβαν τά καλύμματα τῆς ἁγίας τράπεζας, πρόθυμα ἀσχολοῦνταν μέ τόν καθαρισμό καί τήν εὐπρέπεια τῶν Ἱερῶν Ναῶν, ἄναβαν τά καντήλια, ἀγρυπνοῦσαν στούς Ναούς καί ἄλλα πολλά. Ἡ νηστεία ἦταν ἀπαραίτητη μαζί καί ἡ προσευχή καί οἱ παρακλήσεις.
Αὐτή ἡ θρησκευτική ζωή εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τή διαμόρφωση τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς, καί γενικά τοῦ ὅλου τρόπου τῆς ζωῆς. Ὑπῆρχε ὁ σεβασμός πρός τούς γονεῖς, τούς προγόνους, τούς συγγενεῖς, τούς ἀναδόχους, τούς ἱερεῖς, τούς ἄρχοντες, τούς δασκάλους καί κάθε ὑψηλότερο ἱεραρχικά. Ὑπῆρχε ἡ ντροπαλότητα τῶν κοριτσιῶν, ἡ ἁγνότητα, ἡ παρθενικότητα, ὁ σεβασμός καί ἡ ἀξιοπρεπής στάση τῶν ἀγοριῶν πρός τά κορίτσια. Ὑπῆρχε ὁ εὐλογημένος καί ἀδιάλυτος γάμος, ἡ πολυτεκνία, ἡ ἀπουσία τῶν ἐκτρώσεων, οἱ υἱοθεσίες, ὁ θηλασμός καί ἄλλων βρεφῶν ἐκτός ἀπό τά δικά τους. Ὑπῆρχε ἡ ἀρχοντιά, ἡ τιμιότητα, τό «καθαρό μέτωπο», ἡ ντροπή, ὁ σεβασμός στό «στεφάνι», ἡ ὑπομονή, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ φιλοξενία καί ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ἐργατικότητα καί ἡ βοήθεια τοῦ κάθε ἀνήμπορου καθώς καί ἡ προσωπική ἐργασία στά κοινά τῆς τοπικῆς κοινωνίας.
Ἄλλες ἀρετές ἦταν ἡ ἀγάπη στήν πατρίδα, ἡ ἀνδρεία, ἡ αὐτοθυσία, τό θάρρος, ἡ ὑπεράσπιση τοῦ ἀδυνάτου. Στίς δοσοληψίες ὑπῆρχε γενικῶς ἐμπιστοσύνη, ἡ ὑπόσχεση χωρίς ἀθέτηση, ὁ λόγος ἦταν συμβόλαιο, ἡ βεβαιότητα καί ἡ σιγουριά.
Μαζί μέ ὅλα αὐτά ὑπῆρχαν καί οἱ ἀρετές τῆς λιτότητας, τῆς οἰκονομίας καί τῆς αὐτάρκειας. Ἡ σύνεση καί ἡ σοφία τοῦ μέτρου, ἔλεγαν: «Ἅπλωσε τά πόδια σου μέχρις ἐκεῖ πού φθάνει τό πάπλωμα». Δέν σπαταλοῦσαν, τιμοῦσαν αὐτό πού εἶχαν, ἐπειδή τό εἶχαν μέ τόν κόπο καί τόν ἱδρῶτα τους.
Ἦταν οἱ χαρούμενοι ἄνθρωποι. Παντοῦ ὅπου πήγαιναν, εἶχαν τό τραγούδι στό στόμα τους. Εἴτε στή δουλειά, εἴτε στήν πεζοπορία, εἴτε στήν συγκομιδή τῶν καρπῶν, στό θέρο, στόν τρύγο, στό βόσκημα τῶν προβάτων, στό ἄρμεγμα, στό κούρεμα, στά νυχτέρια, στά βαμβάκια, στά καπνά, στό πλέξιμο, στό κέντημα, στό γνέσιμο, στόν ἀργαλιό, παντοῦ.
Κουραστική ἡ ζωή τους. Εἶχαν καί τίς χαρές καί τά γλέντια τους, ὄχι ὅμως κάθε μέρα, κάθε βράδυ. Στούς γάμους, στά βαφτίσια, στίς μεγάλες γιορτές, στά πανηγύρια. Ὅλα μέ μέτρο καί σεβασμό.
Ζοῦσαν χωρίς ἄγχος, δέν ἀγωνιοῦσαν, εἶχαν πίστη στό Χριστό, ἦταν δεμένοι ὡς κοινωνία, ὑπῆρχε ἡ ἀλληλοβοήθεια. Στό στόμα τους ἦταν, «πρῶτα ὁ Θεός», «ἄν θέλει ὁ Θεός», «ὅπως θέλει ὁ Θεός», «δόξα τῷ Θεῶ».
Αὐτή ἡ ζωή, αὐτές οἱ κοινωνίες, ἀγαπητοί μου, μᾶς ἔχουν λείψει. Κάποιοι μᾶς ζήλεψαν, μᾶς φθόνησαν, μᾶς βάσκαναν, μᾶς πλάνεψαν. Ἀπομακρυνθήκαμε ἀπό τόν Θεό, ἀπό τόν λόγο Του καί τίς αἰώνιες ἀξίες.
Ἄν πλησιάσουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του, θά ζήσουμε καί πάλι ὄμορφες, ἀνθρώπινες, ἅγιες ἐποχές.

Μέ πόθο καί ἐλπίδα γιά τό καλύτερο.

ὁ πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου

This entry was posted in Ένα Κάθε Μήνα and tagged . Bookmark the permalink.