ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ
ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΙΑΤΙΣΤΑΣ
Νοέμβριος 2017
Ἕνα κάθε μήνα
Ἀγαπητοί μου Ἐνορίτες,
Παρακολουθώντας γιά πολλά χρόνια τή ζωή καί συμπεριφορά τῶν βαπτισμένων χριστιανῶν, παρατηρῶ μία ἀσυνέπεια. Δέν συμβαδίζουν τό πιστεύω μας μέ τήν ζωή μας. Ἄν καί ὀνομαζόμαστε χριστιανοί, δηλαδή ὑπήκοοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν ὑπακοῦμε στόν Ἰησοῦ Χριστό, δέν ἀκολουθοῦμε τόν Ἰησοῦ Χριστό, δέν τόν ἐμπιστευόμαστε, δέν τόν πλησιάζουμε. Πολύ περισσότερο, δέν γινόμαστε ἕνα μ’ Αὐτόν. Ἡ αἰτία ἐντοπίζεται στό γεγονός ὅτι, δέν γνωρίζουμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί τί συνεπάγεται ἡ ἕνωση μαζί Του.
Ποιός εἶναι, λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς; Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Εἶναι ἡ ὑποστατική ἕνωση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τοῦ ἀνθρώπου Ἰησοῦ, εἶναι ταυτόχρονα καί Θεός καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος. Εἶναι ἑνωμένες οἱ δύο φύσεις, ἡ ἄκτιστη Θεότητα καί ἡ κτιστή ἀνθρωπότητα, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι μέγιστο μυστήριο καί ἀκατανόητο.
Γιατί φανερώθηκε ἔτσι μέσα στόν κόσμο καί στήν ἀνθρώπινη ἱστορία; Ἦλθε γιά νά σώσει τούς ἀνθρώπους καί τόν κόσμο ὁλόκληρο. Εἶναι ὁ Μεσσίας, δηλαδή ὁ Σωτήρας. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, ὁ χρισμένος Σωτήρας ἀπό τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό.
Ἀπό τί νά μᾶς σώσει; Ἀπό τόν θάνατο καί ἀπό ὅλα τά δεινά πού προηγοῦνται ἀπ’ αὐτόν, τά ὁποῖα εἶναι ἀποτελέσματα τῆς φθορᾶς, ἡ ὁποία ἀκολούθησε μετά τήν ἁμαρτία τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων πρός τόν Θεό, τῆς αὐτονομήσεώς τους καί τῆς ἀποστασίας τους ἀπό τόν Θεό, τόν δημιουργό τους.
Ὁ Θεός δέν ἔπλασε τόν ἄνθρωπο γιά νά πεθάνει, γιά νά σβήσει, γιά νά ἐκμηδενισθεῖ. Δέν τόν ἔπλασε γιά νά πάσχει, νά πονᾶ, νά φθείρεται, νά λυπεῖται. Τόν ἔπλασε μέ σκοπό τήν «ὁμοίωσή» του μέ τόν Θεό, γιά τήν μακαριότητα στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες.
Ὁ ἄνθρωπος πέθανε οὐσιαστικά τή στιγμή πού παρήκουσε τόν Θεό, τή στιγμή πού αὐτονόμησε καί ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό. Ὁ βιολογικός θάνατος ἦταν τό ἐπακόλουθο τῆς ἀποστασίας του ἀπ’ τόν Θεό, γιά νά κατανοήσει τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία φέρνει διάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ τόν Θεό.
Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπό τόν Θεό γιά τόν Θεό. Ὅταν μέ τήν ἁμαρτία δέν πορεύεται στό «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ», τότε ἐξέρχεται ἀπό τόν σκοπό του, πού εἶναι ἡ θέωση, ἡ μακαριότητα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στούς ἀπέραντους αἰῶνες.
Πῶς μᾶς σώζει ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Μᾶς σώζει μέ τήν παρουσία του μέσα στόν κόσμο. Μέ τή μετοχή του στήν ἀνθρώπινη φύση. Ἀπό τή στιγμή πού ὁ Θεός Λόγος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι σωσμένοι, ἀρκεῖ νά τόν δεχθοῦν ὡς Σωτήρα καί νά ἐνταχθοῦν ἑκουσίως στό Σῶμα του.
Τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι τό ἴδιο μέ τό σῶμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πέθανε ἑκουσίως, ἀναστήθηκε καί ἀναλήφθηκε στόν χώρο τοῦ Θεοῦ, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τό Σῶμα Του εἶναι ἄπειρο, εἶναι Θεός, καί χωράει τούς πάντες, καί τούς ἀνθρώπους, καί τούς ἀγγέλους, καί τήν κτίση ὁλόκληρη. Δέν εἰσέρχεται μόνο ἐκεῖνος πού δέν θέλει.
Πῶς ἐντάσσεται κάποιος στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἐκεῖνος εἶναι ἡ κεφαλή καί τά μέλη τοῦ Σώματός του μποροῦμε νά γίνουμε ἐμεῖς, ὅταν πιστεύουμε σ’ Αὐτόν καί μετέχουμε στά Ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Τό εἰσαγωγικό μυστήριο εἶναι τό Βάπτισμα καί τό τελικό ἡ Θεία Κοινωνία. Ὅταν ὁ πιστός πιστεύει στόν Ἰησοῦ Χριστό, τηρεῖ τούς λόγους τοῦ Κυρίου καί λαμβάνει τό θεωμένο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ, τότε σώζεται, εἰσέρχεται ἀναστημένος στή Βασιλεία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Νομίζω, ὅλοι ἀντιληφθήκαμε πολύ καλά ὅτι πρόκειται γιά τό μέγα μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας!
Πρίν ἀκόμη σταυρωθεῖ ὁ Κύριος, σέ μιά συζήτηση μέ τούς Ἰουδαίους εἶχε πεῖ: «Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ζῶν, ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς. Ἐάν τίς φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα. Καί ὁ ἄρτος ὅν ἐγώ δώσω, ἡ σάρξ μου ἐστίν….», «ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον….», «…ἐν ἐμοί μένει καγώ ἐν αὐτῶ», Ἰω. Στ΄ (51-56) Κατά τόν μυστικό δεῖπνο εἶπε: «Λάβετε φάγετε, τοῦτο ἐστί τό σῶμα μου», «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο ἐστί τό αἷμα μου». Ματθ. ΚΣτ΄ (26-27) «τοῦτο ποεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμησιν». Λουκ. ΚΒ΄ 19
Οἱ ἀπόστολοι, μετά τήν Πεντηκοστή, ἀφοῦ βάπτισαν τά πλήθη τῶν Ἰουδαίων πού μετανόησαν καί πίστεψαν στόν Χριστό, τό πρῶτο πού ἔκαναν, ἦταν νά τελοῦν τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας σέ κάθε σύναξη τῶν πιστῶν. Οἱ πρῶτοι πιστεύσαντες, καθημερινά περίμεναν μέ λαχτάρα καί ζῆλο «νά ἀκοῦν τίς διδασκαλίες τῶν Ἀποστόλων, ἤθελαν νά βρίσκονται μαζί ὡς μία κοινωνία ἀγαπημένων προσώπων, ἐπιθυμοῦσαν νά κοινωνοῦν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί νά προσεύχονται κοινά ὡς ἕνα σῶμα, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.» Αὐτό τό τετράπτυχο συνεχίζεται ὡς ἡ βάση καί δομή τῆς Θείας Λειτουργίας ἐπί δύο χιλιάδες χρόνια μέσα στήν ἱστορία.
Τά ὀφέλη τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι ἄπειρα καί μέγιστα! Πρόσκαιρα καί αἰώνια! Ἀτομικά καί κοινωνικά!
Μέ τή Θεία Λειτουργία ὁ ἄνθρωπος ἐξαγιάζεται, μεταμορφώνεται, ἐνδυναμώνεται, ἀγαπᾶ τούς πάντες καί τά πάντα, ἑνώνεται μέ τόν Θεό, φθάνει στόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του, θεώνεται.
Ἡ Θεία Λειτουργία δέν εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς ἀνθρώπινης σκέψεως ἤ φαντασίας. Δέν εἶναι ἕνα ψυχολογικό ἤ κοινωνικό τέχνασμα γιά τή βελτίωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι κάτι τό κοσμικό, μέ πεπερασμένα ὅρια χώρου καί χρόνου. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἐπιτομή ζωῆς τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», ὅπως σημειώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. (Ἑβρ. ΙΓ΄ 8) Εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μέσα στόν κόσμο. Εἶναι ἡ ἀνάδειξη – φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας μέσα στόν κόσμο. Κάθε φορά πού τελεῖται σέ κάποιο μέρος τῆς γῆς ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ζωντανά παρών ὁ Πατήρ, ὁ σαρκωθείς Υἱός, τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ Θεοτόκος, ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅλες οἱ πνευματικές νοερές δυνάμεις, ὅλοι οἱ πιστοί χριστιανοί, ζῶντες καί κεκοιμημένοι, καί ἡ κτίση ὁλόκληρη.
Εἶναι παρών ὁ Ἅγιος Θεός καί ἐγώ νά ἀπουσιάζω; Ἐπιθυμεῖ ὁ Θεός, ὁ Πανάγαθος, νά ἐνοικήσει μέσα μου καί ἐγώ νά μήν εἶμαι ἐκεῖ; Θέλει ὁ φιλάνθρωπος Θεός νά κοινωνεῖ μέ τούς πιστούς, νά ἐμπεριπατεῖ ἀνάμεσά μας καί ἐγώ νά λείπω; Ἄν αὐτό δέν εἶναι ὑπεροψία καί περιφρόνηση ἀλλά καί μωρία, τότε τί εἶναι;
Ἀγαπητοί μου, κάθε Κυριακή πού βλέπω νά ἀπουσιάζουν πολλοί ἀπό τούς ἐνορίτες καί ἰδιαίτερα τά παιδιά καί οἱ νέοι, αἰσθάνομαι μία βαθειά λύπη καί ἕνα πόνο ψυχῆς, ἐπειδή ζημιώνονται καί δέν ἀπολαμβάνουν τά ὀφέλη ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἄν δέν προσέρχονται ἀπό δική μου ὑπαιτιότητα, ἀπ’ τή δική μου ἁμαρτωλότητα, ζητῶ ἀπό ὅλους συγγνώμην. Ἀλλά, νά ξέρουμε ὅτι, ὅταν πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία, στή Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς, δέν πηγαίνουμε γιά τόν Ἱερέα, ἤ γιά ὁτιδήποτε ἄλλο, πηγαίνουμε νά συναντήσουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού σταυρώθηκε γιά ὅλους ἐμᾶς καί μᾶς προσφέρει τό Σῶμα Του καί τό Αἷμα Του, γιά νά ζήσουμε στήν αἰώνια καί μακάρια Βασιλεία Του.
Στή Θεία Λειτουργία τῆς κάθε Κυριακῆς καί τῆς κάθε μεγάλης ἑορτῆς νά εἴμαστε ὅλοι παρόντες. Νά φανερώνουμε τήν Ἐκκλησία στόν κόσμο. Νά λατρεύουμε τόν Θεό καί νά παίρνουμε τίς εὐλογίες Του.
Μέ πολλή ἀγάπη καί πόνο ψυχῆς,
ζητώντας τή συγγνώμη καί τήν ἐπιείκειά σας,
ὁ πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου
ΕΝΑ ΚΑΘΕ ΜΗΝΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2017 (PDF)