Ένα κάθε μήνα

ΙΕΡΑ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΣΙΣΑΝΙΟΥ  ΚΑΙ  ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ                                                                                        ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΙΑΤΙΣΤΑΣ

                                                                                                 Ἰούλιος 2016

Ἕνα κάθε μήνα

 Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,

Ἕνας πραγματικά παρηγορητικός καί ἐνθαρρυντικός λόγος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι καί ὁ ἑξῆς: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι καγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». (Ματθ. ΙΑ’ 28) Ἐλᾶτε κοντά μου ὅλοι ἐσεῖς πού κοπιάζετε καί ὅλοι ἐσεῖς οἱ φορτωμένοι ἀπό τά ποικίλα προβλήματα καί πόνους τῆς ζωῆς, καί ἐγώ θά σᾶς ξεκουράσω, θά δώσω τέλος σέ ὅ, τι σᾶς κουράζει καί σᾶς πονᾶ.

Εἶναι ἕνας λόγος, πού ἀπευθύνεται ἀνεξαιρέτως πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί χωρίς κανένα περιορισμό ἤ προϋπόθεση. Ὁ Χριστός δέν κάνει καμμία διάκριση, δέν ἀπευθύνεται μόνο σέ κάποιους, οὔτε ἀποκλείει ἄλλους. Καί ἐπειδή εἶναι γνωστό ὅτι ὅλοι εἴμαστε καί «κοπιῶντες» καί «πεφορτισμένοι», ἄρα ἀπευθύνεται πρός ὅλους μας.

Ὅταν, λοιπόν, κατανοήσουμε καί ἀποδεχθοῦμε τήν ἄσχημη καί ἔμπονη κατάστασή μας, τήν ἐπιβαρυντική καί δυσβάστακτη, πιθανότατα θά πᾶμε πρός τόν Ἰησοῦ καί θά τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς ξεκουράσει. Δηλαδή, τίθενται τρία θέματα, ἤ μᾶλλον τρεῖς προϋποθέσεις ἀπό ἐμᾶς πρός τόν ἑαυτό μας. Ὁ καθένας θά πρέπει νά ἐρωτήσει τόν ἑαυτό του.

Ἐμπιστεύομαι τόν ἑαυτό μου στόν Ἰησοῦ Χριστό; Πιστεύω ὅτι μπορεῖ νά δώσει λύση στά προβλήματά μου;

Ἔχω ἀποδεχθεῖ ὅτι εἶμαι φορτωμένος καί κουρασμένος;

Θέλω νά ἀποθέσω τά βάρη μου, θέλω νά ξεκουραστῶ;

Τό θέμα δέν εἶναι, ἄν ὁ Ἰησοῦς μπορεῖ νά μέ ξεκουράσει, ἀλλά ἄν ἐγώ θέλω νά πάω στόν Ἰησοῦ, γιά νά μέ ξεκουράσει.

Ὁ λόγος τοῦ Ἰησοῦ, «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι καγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»  ἔχει δύο σκέλη: Στό πρῶτο ὑπάρχει ἡ διαπίστωση ὅτι εἴμαστε ταλαίπωροι καί ὑπάρχει καί ἡ κλήση τοῦ Ἰησοῦ πρός τόν καθένα καί στό δεύτερο ὑπάρχει ὁ σκοπός, γιά τόν ὁποῖο θά πάω πρός τόν Ἰησοῦ.

Ἐμεῖς συνήθως ἀποδεχόμαστε τή διαπίστωση ὅτι εἴμαστε ταλαίπωροι, διστάζουμε νά ἀποδεχθοῦμε τήν κλήση τοῦ Ἰησοῦ, ἀλλά, δυστυχῶς, δέν ἔχουμε τή διάθεση νά δεχθοῦμε τή βοήθεια, τήν ἀνάπαυση πού μᾶς προσφέρει ὁ Ἰησοῦς. Θά μποροῦσα νά χαρακτηρίσω τή στάση αὐτή ὡς ἀνόητη καί παράλογη. Εἶμαι κουρασμένος, μέ καλεῖ κάποιος νά μέ ξεκουράσει κι ἐγώ δέν πηγαίνω; Ἤ δέν κατάλαβα καλά ἤ εἶμαι ἄμυαλος.

Θά ἤθελα νά μείνω γιά λίγο στόν δισταγμό πού διακατέχει πολλούς νά πλησιάσουν τον Χριστό. Διερωτῶνται, «Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός;» «Ποῦ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός;» «Γιατί μοῦ προτείνει τήν ἀνάπαυση;» «Πῶς θά μοῦ τή δώσει τήν ἀνάπαυση;»

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος. Εἶναι Θεάνθρωπος. Ὡς Θεάνθρωπος, λοιπόν, εἶναι πανταχοῦ παρών. Ὅμως μπορῶ νά τόν συναντήσω μόνο στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα του. Εἶναι τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων πού βαπτίστηκαν στό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό σύνολο τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων, πού ὑμνοῦν τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό καί τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός μαζί μέ ὅλα τά λογικά ὄντα, ἀκόμη καί τήν κτίση ὁλόκληρη. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας.

Στήν Ἐκκλησία εἰσέρχομαι καί παραμένω διά τῶν Ἁγίων μυστηρίων της. Εἰσέρχομαι μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα, μπολιάζομαι, ἐνσωματώνομαι στήν Ἐκκλησία, στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γίνομαι καί ἐγώ Ἐκκλησία, γίνομαι θεάνθρωπος, μεταμορφώνομαι, ἁγιάζομαι, χριστοποιοῦμαι, τριαδοποιοῦμαι, σώζομαι. Μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄντας μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, μπορῶ νά τρώγω καί νά πίνω τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί νά γίνομαι κι ἐγώ ἕνα μέ τόν Χριστό, σύμφωνα μέ τόν λόγο του, «ὁ τρώγων μου τό Σῶμα καί πίνων μου τό Αἷμα, ἐν ἐμοί μένει καγώ ἐν αὐτῶ» καί «ἔχει ζωήν αἰώνιον». (Ἰω. Στ΄ 54 – 56) Ὅλο αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού εἶναι καί μέσον καί σκοπός. Μέσον, γιά νά μπορέσω νά παραμείνω ζωντανό κύτταρο στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί σκοπός, γιά νά γίνω Ἐκκλησία, νά χριστοποιηθῶ, νά θεωθῶ, νά φθάσω στό «καθ’ ὁμοίωσιν», γιά τό ὁποῖο εἶμαι πλασμένος ἀπό τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό. Ἡ πορεία μου πρός τό «καθ’ ὁμοίωσιν» εἶναι αὐτό, πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὀνομάζει «ἀνάπαυση». Δηλαδή, καλώντας μας ὁ Ἰησοῦς νά μᾶς δώσει τήν ἀνάπαυση εἶναι σάν νά μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι εἴμαστε δημιουργημένοι «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» καί πρέπει νά πορευθοῦμε πρός τό «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ». Γιά νά ἐπιτύχει, λοιπόν, κάποιος τό «καθ’ ὁμοίωσιν», μπορεῖ νά τό ἐπιτύχει μόνον διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μόνο διά τῆς Ἐκκλησίας, μόνο διά τῶν Ἁγίων μυστηρίων της.

Γι’ αὐτό εἶπα στήν ἀρχή ὅτι, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι καγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» εἶναι παρηγορητικός καί ἐνθαρρυντικός, ἐπειδή διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτυγχάνω τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς μου, θεοποιοῦμαι, σώζομαι. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή». (Ἰωάν. ΙΔ΄ 6) Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ δημιουργός μας, ὁ σκοπός τῆς ὑπάρξεώς μας καί ὁ δρόμος πού θά βαδίσουμε!

Γι’ αὐτό καί εἶπα ὅτι, δέν θέτει κανέναν περιορισμό ἤ προϋπόθεση. Ἁπλῶς πίστη στό πρόσωπό του, ὁμολογία τῆς ἀποτυχίας μας καί θέληση νά ἀναπαυθοῦμε, νά σωθοῦμε.

Ὅταν ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ, γνωρίζει πολύ καλά ποιοί εἴμαστε καί γι’ αὐτό μᾶς λέγει: «Ἐλᾶτε ὅπως εἶστε». Αὐτό διαφαίνεται σέ ὁλόκληρη τήν Ἁγία Γραφή. Δέχθηκε τόν ἄσωτο υἱό, ὅπως ἦταν. Ἄφησε τήν αἱμορροοῦσα νά τόν πιάσει, ὅπως ἦταν. Πλησίασε τή μοιχαλίδα, ὅπως ἦταν, καί εἶπε: «ὁ ἀναμάρτητος πρῶτος τόν λίθον βαλέτω». Συνομίλησε μέ τήν Σαμαρείτιδα, ὅπως ἦταν, μέ προηγούμενους ἕξι ἄνδρες. Σταμάτησε κάτω ἀπό τήν συκομουριά, γιά νά μιλήσει μέ τόν Ζακχαῖο, ὅπως ἦταν. Θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε ἑκατομμύρια περιπτώσεις σ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.

Ὅταν, κάποτε, οἱ Φαρισαῖοι κατηγόρησαν τόν Χριστό, «γιατί πλησιάζει, συντρώγει, συνομιλεῖ μέ ἁμαρτωλούς», ἐκεῖνος τούς ἀπάντησε: «Οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν». (Λουκ. Ε΄ 32) Ὁ Χριστός, γνωρίζοντας τήν οἰκτρή κατάσταση τῆς ἀνθρωπότητας, ἦλθε γιά νά πλησιάσει καί νά σώσει ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς. Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τῆς σωτηρίας. Καί γι’ αὐτό μᾶς καλεῖ νά τόν πλησιάσουμε, ὅπως εἴμαστε! ἁμαρτωλοί!

Ὅμως οἱ φράσεις του δέν σταματοῦν στό «ἐλᾶτε ὅπως εἶστε». Συνεχίζουν μέ τόν λόγο, γιά τόν ὁποῖο μᾶς προσκαλεῖ. Ἐλᾶτε «γιά νά σᾶς ἀναπαύσω», «νά σᾶς σώσω». Ἦλθα «νά καλέσω ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια». Σᾶς δέχομαι ὅπως εἶστε, θέλω, ὅμως, νά μετανοήσετε, νά ἀλλάξετε σκέψη καί ζωή, νά καθαρισθεῖτε, νά μένετε πάντοτε μαζί μου ἔτσι, καθαροί, ἅγιοι, θεοί, στήν ἀπέραντη αἰωνιότητα!

Ποιός ἄρρωστος, ἄραγε, πηγαίνει στό γιατρό ἤ στό νοσοκομεῖο καί θέλει νά συνεχίσει νά παραμένει ἄρρωστος; Ποιός φτωχός πηγαίνει στόν πλούσιο καί θέλει νά παραμένει φτωχός; Ποιός ἀγράμματος πηγαίνει στό σχολεῖο καί δέν θέλει νά μάθει γράμματα; Πηγαίνουμε ἄρρωστοι γιά νά γιατρευθοῦμε. Πηγαίνουμε πτωχοί γιά νά πλουτίσουμε. Πηγαίνουμε ἀμόρφωτοι γιά νά μορφωθοῦμε. Πηγαίνουμε ὅπως εἴμαστε, ἀλλά γιά νά ἀλλάξουμε.

Ὅταν πηγαίνουμε στό Χριστό, στήν Ἐκκλησία, θά πᾶμε ὅπως εἴμαστε, μέ σκοπό, ὅμως, νά ἀλλάξουμε, νά διορθωθοῦμε, νά σωθοῦμε. Ἄν θέλουμε νά πᾶμε ὅπως εἴμαστε καί νά παραμείνουμε ὅπως εἴμαστε, αὐτό μήπως δέν στέκει λογικά; Τότε, γιά ποιόν λόγο πηγαίνω; Μήπως αὐτό εἶναι μία πρόκληση; Μήπως ὑπάρχει κάποιο πρόβλημα; Μήπως θέλω νά διορθώσω τόν Θεό, ὥστε νά μήν κάνω αὐτά πού Ἐκεῖνος θέλει ἀλλά ὁ Θεός νά ἀποδεχθεῖ αὐτά πού ἐγώ ἐπιθυμῶ; Αὐτό ὅμως εἶναι παραλογισμός καί ἐγωισμός καί ὑπερηφάνεια.

Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ὁ Θεός μᾶς καλεῖ γιά νά μᾶς σώσει. Καί ὅσοι πλησιάζουν τόν Θεό, τόν πλησιάζουν γιά νά σωθοῦν, ὑπακούοντας τό θέλημά του.

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἔκανε τό μεγάλο βῆμα! Νά ἔλθει στόν κόσμο, νά πλησιάσει τόν πεσμένο, τόν πληγωμένο, τόν κουρασμένο ἄνθρωπο καί νά τοῦ δώσει τήν ἀνάπαυση, τή λύτρωση, τή σωτηρία.

Ἐμεῖς, ἄς τόν πλησιάσουμε «ὅπως εἴμαστε» καί ἄς μείνουμε κοντά του «ὅπως θέλει νά εἴμαστε».

Μέ πολλή ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον πρός ὅλους

ὁ πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου

ΕΝΑ ΚΑΘΕ ΜΗΝΑ ΙΟΥΛΙΟΣ 2016 (PDF)

This entry was posted in Ένα Κάθε Μήνα and tagged . Bookmark the permalink.